Η Ανάσταση στον Πόντο

Μοιραστείτε το

Το Πάσχα και ειδικότερα η Ανάσταση αποτελούσε για κάθε Πόντιο ξεχωριστή και αλησμόνητη στιγμή. Ήταν η στιγμή που είχε συνδυάσει με τα πιο βαθιά εθνικά ιδανικά του και το όνειρο για ελευθερία.

Όρθου βαθέως και η Ανάσταση είναι πλέον γεγονός!


Ετοιμασίες για την Ανάσταση

Το Μεγάλο Σάββατο όλα στο σπίτι ήταν σιωπηλά. Το σπίτι είχε ήδη ετοιμαστεί από τη Μεγάλη Πέμπτη, όταν γινόταν και το «αποδράνισμαν» των μπακιρικών (το τρίψιμο – καθάρισμα). Τα ρούχα καθαρά και φροντισμένα κρέμονταν στους τοίχους. Έτοιμα να φορεθούν από τα μέλη της οικογένειας. Όλοι όφειλαν να φορέσουν τα καλύτερά τους, για να φανεί ο πανηγυρικός χαρακτήρας της γιορτής.

Έχοντας γευματίσει ελαφρά το βράδυ, με την ψυχή τους καθαρή, κοιμόντουσαν νωρίς ώστε να μπορέσουν να ξυπνήσουν εύκολα. Ο «ζαγκότσον» ξεκινούσε να χτυπάει πόρτα – πόρτα και ξυπνούσε τους νοικοκύρηδες για να ετοιμαστούν για την Ανάσταση. Μετά τις 2:00, με το πρώτο λάλημα του πετεινού, όλο το χωριό πήγαινε στην εκκλησία. Στη Σάντα όπου δεν υπήρχε απαγόρευση της κρούσης των καμπάνων, η νύχτα γέμιζε με το κάλεσμα τους.

Οι άντρες φορούσαν τα «ποτίνα» και το «σαάκ παλτόν», με τον «κατιφεδέναν γιαχάν». Οι γυναίκες τα «ζουπούνας», τη «σαλβάρα», τα «μεταξωτά φοτάδας», το «λαχόρ’», τα «λούστρινα κουντούρας». Ενώ από πάνω φορούσαν την «κοντογούνα» για να μην κρυώνουν. Στο κεφάλι έβαζαν την «τάπλαν» με τα «φλουρία». Πάνω σο «καμίσ’» για να στολίσουν τη φορεσιά τους, φορούσαν μια χρυσή αλυσίδα με την ώρα. Και όλοι μαζί ξεκινούσαν για την εκκλησία.

Φυσικά, η ενδυμασία αυτή συνηθιζόταν στις μεγάλες πόλεις και από τις γυναίκες των εύπορων οικογενειών.


Χριστός Ανέστη

Το «Χριστός Ανέστη», που έλεγε ο παπάς, πάντοτε συνοδευόταν από τον ήχο που έβγαζαν τα «πιστόφα», τα «ρεβόλα» και τ’ άλλα όπλα που βροντούσαν. Για να διαλαλήσουν το ότι αναστήθηκε ο Χριστός.

Τα παιδιά στο προαύλιο τσούγκριζαν τα κόκκινα αυγά τους. Αξίζει να σημειωθεί πως το τσούγκρισμα των αυγών διαρκούσε και τις τρεις ημέρες του Πάσχα. Την πρώτη μέρα τσούγκριζαν με το «μυτίν», τη δεύτερη με τον «κώλον» και την Τρίτη με την «κοιλίαν».

Μετά την είσοδο του ιερέα στην εκκλησία, η λειτουργία συνεχιζόταν ως το πρωί και κανείς βέβαια δεν έφευγε. Έπειτα από τη μετάληψη και την απόλυση της εκκλησίας, επέστρεφαν στο σπίτι οικογενειακώς. Προσπαθώντας να διατηρήσουν το φως της λαμπάδας, για ν’ ανάψουν μ’ αυτό την καντήλα.

Συχνά προσκαλούσαν στο σπίτι συγγενείς ή φίλους, για να φάνε μαζί. Το τραπέζι ήταν γεμάτο φαγώσιμα, μη νηστίσιμα…

Σημειώνεται ότι το σουβλιστό αρνί δεν συνηθιζόταν στον Πόντο

Το επόμενο πρωί, μόλις τέλειωνε η εκκλησία, έβαζαν τραπέζι κι έτρωγαν όλοι μαζί ως το μεσημέρι. Την πρώτη μέρα του Πάσχα τα καφενεία ήταν κλειστά. Όλος ο κόσμος ήταν έξω από τα σπίτια του και τσούγκριζαν αυγά.

Οι μεγάλοι σε ομάδες 3-4 ατόμων πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι μαζί με μια λύρα. Χόρευαν, τσούγκριζαν αυγά, τους κερνούσαν ούζο και μετά έφευγαν.


Δεύτερη Ανάσταση

Ερχόταν η δεύτερη Ανάσταση, στις 12.00 το μεσημέρι. Πήγαινε πάλι ο κόσμος στην εκκλησία. Έπειτα όλο το χωριό μαζευόταν στην κεντρική πλατεία ή μπροστά στο σχολείο και γλεντούσε.

Το απόγευμα, μετά τη δεύτερη Ανάσταση, άρχιζαν οι ανταλλαγές επισκέψεων. Οι νοικοκυρές πρόσφεραν στους επισκέπτες ρακί με μεζέ φούστορον, τυρί κτλ. Οι επισκέψεις συνεχίζονταν ως το βράδυ.

Το Πάσχα συνήθως γύριζαν και οι «ξενιτάντ’» (ξενιτεμένοι) ή όσοι κάτοικοι χωριών ήταν εγκατεστημένοι σε πόλεις. Επέστρεφαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, για να περάσουν την ημέρα της Λαμπρής με τους συγγενείς τους.


Λαμπροήμερα

Οι τρεις μέρες της Λαμπρής στον Πόντο λεγόντουσαν «Λαμπροήμερα». Κατά τις οποίες, σε όλα τα σπίτια το τραπέζι ήταν στρωμένο με Πασχαλινά φαγώσιμα και ιδιαίτερα με κόκκινα αυγά και λαμπροκουλούρες. Ενώ η Ανάσταση του Κυρίου γιορταζόταν με χορούς και τραγούδια.

«Σα τρία Λαμπροήμερα τα τέρτια όλια ανασπάλκουν.
Αποθαμέν΄πα χαίρουνταν, θ΄άφτ΄ν ατ΄ς πολλά κερία,
αμαρτωλοί πα χαίρουνταν, θα πά΄νε εσχωρίουν,
οι γεροντάδες χαίρουνταν, θα πά΄νε κοινωνίζ΄νε…»


-Διαβάστε επίσης: Πάσχα των Ποντίων

Μοιραστείτε το